Σάββατο 6 Ιουνίου 2009

Για τη (λαθρο) μετανάστευση Νο 2 (06-06-2009)

Με αφορμή τις πρόσφατες συγκρούσεις μεταξύ μεταναστών μουσουλμάνων και της Αστυνομίας, θα ήθελα να μοιρασθώ μαζί σας ορισμένες σκέψεις μου πάνω στη μεταναστευτική πολιτική της χώρας μας ή καλύτερα στην έλλειψή της .

Κατ’αρχάς νομίζω ότι επιβάλλεται η υπέρβαση του ψευτοδιλήμματος που συχνά βλέπουμε στο δημόσιο λόγο στη χώρα μας ανάμεσα σε μια « αριστερή προοδευτική» προσέγγιση και μια «δεξιά ρατσιστική» αντιμετώπιση του προβλήματος που είναι, νομίζω, υπεραπλουστευτική και δεν οδηγεί πουθενά.

Πράγματι όσο ανακριβές είναι ότι οι μετανάστες νοθεύουν τη φαντασιακή καθαρότητά μας ως έθνους άλλο τόσο είναι αλήθεια ότι, επειδή οι ελιτ της χώρας μας έχουν σε μεγάλο βαθμό εκκοσμικευθεί, κρίνοντας εξ ιδίων, αντιμετωπίζουν μάλλον αποστασιοποιημένα το ρόλο της θρησκείας στη δημιουργία ταυτοτήτων στην εποχή μας και στην κοινωνική και εθνική συνοχή μια χώρας.

Η πολιτική ορθότητα επίσης δεν είναι νομίζω πάντα το καλύτερο εργαλείο για να καταλάβουμε και να αντιμετωπίσουμε τόσο σύνθετα προβλήματα και η πείρα άλλων χωρών διδάσκει ότι η πολυδιαφημισμένη πολυπολιτισμικότητα δε δουλεύει με πολιτικές αυτόματου πιλότου,όπως δυστυχώς συμβαίνει στην Ελλάδα. .

Το ανθρώπινο δυναμικό είναι πλούτος για μια χώρα όταν αυτή μπορεί και το αξιοποιεί και το εντάσσει στον εθνικό της κορμό όχι όταν προσθέτει στρατιές άνεργων και εξαθλιωμένων μαζών στις ήδη υπάρχουσες δημιουργώντας γκέτο και οξύτατο πρόβλημα κοινωνικής ειρήνης στις πόλεις και ριζική αλλαγή του εθνικού χαρακτήρα της υπαίθρου με τη δημιουργία εθνικώς συμπαγών νησίδων μεταναστών με κάθε είδους αυτάρκεια.

Eθελοτυφλούμε, έτσι, αν δε βλέπουμε τις προϋποθέσεις κοινωνικών, οικονομικών και εν τέλει εθνικών τριβών που το πρόβλημα στην προοπτική κάποιου χρόνου δημιουργεί. Εν ολίγοις η ανεξέλεγκτη μετανάστευση αυτού του είδους από ευλογία, που θα μπορούσε να είναι, γίνεται πρόβλημα και προκαλεί συνεχείς πιέσεις για μείωση της αξίας της εργασίας ως συντελεστή της παραγωγικής διαδικασίας. Αυτά χωρίς ουδαμώς να παραβλέπεται η θετική αναπτυξιακή και δημογραφική της πλευρά.

H σημερινή κατάσταση από τη μια πλευρά της αδυναμίας ένταξης των νόμιμων μεταναστών και ιδιαίτερα των παιδιών τους στον οικονομικό και κοινωνικό κορμό της χώρας και από την άλλη ή αποτυχία ανάσχεσης ή τουλάχιστον στοιχειώδους ρύθμισης με ανθρωπιά του φαινομένου της αθρόας εισόδου λαθρομεταναστών- της μεγαλύτερη σε ποσοστό πληθυσμού στην Ε.Ε- αποτελούν θρυαλλίδα στα θεμέλια και υπονόμευση της οικονομικής , κοινωνικής και εθνικής σταθερότητας και γαλήνης της Ελλάδας. Αποτέλεσμα είναι η δημιουργία πολυπληθών ομάδων δυσαρεστημένων ανθρώπων ανάμεσά μας με νοοτροπία και διάθεση πέμπτης φάλαγγας. Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει αν σύντομα βρεθούν καλοθελητές γείτονές μας που θα σπεύσουν να υιοθετήσουν και να προσφέρουν την «προστασία» τους στις ομάδες αυτές για ίδιους φυσικά λόγους.

Είναι ανεύθυνο εκ μέρους μας να τοποθετούμαστε αδιάφοροι μπροστά σ’αυτή τη πραγματικότητα, όταν μάλιστα ο εφησυχασμός μας συχνά πηγάζει από το γεγονός ότι το πρόβλημα αυτό, λόγω του τόπου κατοικίας μας, δε μας θίγει άμεσα. Εδώ ισχύει το αρχαίο ‘ των οικιών ημών εμπιπραμένων ημείς άδομεν’ δηλ. εμείς τραγουδάμε ενώ τα σπίτια μας καίγονται.

Σχετικά σοκάρει η σχεδόν παντελής έλλειψη του μεγάλου αυτού θέματος από το δημόσιο λόγο των πολιτικών κομμάτων και των υποψηφίων τους καθ’οδόν προς τις ευρωεκλογές της 7ης Ιουνίου, ως εάν θέλουν με τη σιωπή τους αυτή να το εξορκίσουν.

Τρίτη 2 Ιουνίου 2009

Για τη SIEMENS No 2 (29-05-2009)

H διαφυγή στο εξωτερικό και του δεύτερου των υπόπτων για σοβαρά αδικήματα στην υπόθεση Siemens δεν μπορούσε να έλθει σε χειρότερη στιγμή για την αξιοπιστία της πολιτικής και των πολιτικών αυτής της χώρας.

Έτσι, αφού με τον κατά γενική ομολογία απαράδεκτο νόμο περί ευθύνης ( ή μάλλον περί ατιμωρησίας) Υπουργών εξασφαλίσθηκε η απαλλαγή των εχόντων θητεύσει στο αξίωμα αυτό, παριστάμεθα τώρα μάρτυρες της συνέχισης του ευτελισμού της σχετικής διαδικασίας και για τα μη πολιτικά πρόσωπα που φέρονται εμπλεκόμενα στην υπόθεση . Και αυτά ενώ μέχρι πρo τινος ακούγαμε μετ’επιτάσεως ότι θα ήταν αρκετή και θα έπρεπε να μας ικανοποιεί έστω και η ηθική καταδίκη εκείνων των πολιτικών η ανάμειξη των οποίων στο σκάνδαλο θα προέκυπτε από τη διαδικασία αυτή.

Δεν μπορεί έτσι παρά να προξενεί μελαγχολία η σύγκριση με χώρες όχι μόνο όπως η Γερμανία ( που διέθεσε 16 εισαγγελείς και δεκάδες εμπειρογνωμόνων αποκλειστικής απασχόλησης έναντι μόνο ενός μόνο δικαστή μη απαλλαγμένου από τα τρέχοντα καθήκοντά του, στη δική μας περίπτωση, που εκλήθη να χειρισθεί μια ογκωδέστατη δικογραφία ) αλλά και με χώρες όπως η αφρικανική Νιγηρία, που έχει ήδη εκδώσει καταδικαστικές αποφάσεις για την ίδια υπόθεση.

Σοκάρει επίσης η παντελής έλλειψη στοιχειώδους προβλεπτικότητας και ο δισταγμός χρησιμοποίησης προβλεπόμενων από το νόμο μέσων για τη θεμιτή άσκηση πίεσης επί των υπόπτων προκειμένου αυτοί ν’αποκαλύψουν τους συνεργούς τους στη διάπραξη των κακουργηματικών τους πράξεων.

Αλήθεια πώς μπορεί να πείσει ο γεμάτος στόμφο, αυταρέσκεια και αλαζονεία λόγος των πολιτικών μας ταγών, όταν βρισκόμαστε μπροστά σ’ένα πολιτικό και δικαιικό σύστημα τόσο χαμηλής αποτελεσματικότητας ; Ούτε νομίζω αποτελεί παρηγορία για κάθε σκεπτόμενο πολίτη η άσκοπη συζήτηση αν για την κατάσταση αυτή ευθύνεται ο Υπουργός Δικαιοσύνης, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ή η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη. Αντίθετα φοβούμαι ότι λειτουργεί ισοπεδωτικά και σωρευτικά στη θεμιτή αναζήτηση του υπαίτιου του διεθνούς διασυρμού της χώρας και της συλλογικής αποτυχίας των εντεταλμένων με την προστασία του δημόσιου συμφέροντος κρατικών οργάνων.